top of page

Γιώργος Δουατζής: Ευχές για καλά ταξείδια της ιστοσελίδας σας, με προσφορά τρία ποιήματα από την υπό έκδοση συλλογή μου: "Το κόκκινο κασκόλ"

Να είστε πάντα καλά και δημιουργικοί

(1 Ιανουαρίου 2016)

 

Γιώργος Δουατζής

Το χρέος

Μνήμη Τάσου Λειβαδίτη

 

Και μούλεγες δάσκαλε, δεν θα πλαγιάζεις για να γυρίσει η μέρα αν δεν έχει γραφεί κάθε μέρα ένα ποίημα και κάθομαι μπροστά στο λευκό χαρτί, το αφήνω, όπως πάντα, με σημάδια ψυχής, ερώτων, πεταγμάτων, αλλά, τώρα που έφυγες οριστικά, πού να σου λέω... χάθηκαν πολλά ποιήματα και γύρισαν μέρες πολλές χωρίς μολύβια και χαρτιά, με τη ματιά στον ουρανό

 

Θέλω να μου πεις αλήθεια, χάθηκαν μαζί τους οι μέρες ή αυτά, διότι κάθε που ξυπνάω και μεγαλώνει η απόσταση από τη γέννησή μου, νιώθω να χρειάζομαι όλο και περισσότερο, εκείνο το μοναδικό κάθε μέρα ένα ποίημα

 

Έτσι κύλησαν οι αιώνες, και νάμαστε πάλι οι δυο μαζί να μετράμε μέρες και ποιήματα, να ζωντανεύουμε λευκά χαρτιά, για νάχουν αγάπη οι άνθρωποι και να ζεσταίνονται τις νύχτες του χειμώνα ήσυχοι, αφού κάποιοι άλλοι τραγούδησαν γι αυτούς κι απόψε, πληρώνοντας το προαιώνιο χρέος, που θα εκκρεμεί την επομένη και τη μεθεπόμενη, την κάθε των ανθρώπων νύχτα

 

Είδωλο

 

Εκείνος ο καθρέφτης στο σαλόνι, ξεχάστηκε και δεν δείχνει πια την εικόνα μου. Έτσι, αποφάσισα να περπατώ αργά, με το βλέμμα λοξά στις βιτρίνες, μήπως και κλέψω λίγο από το είδωλο που κατασκεύασα. Δεν έκανα όμως την πρόβλεψη να αποστρέφω το βλέμμα από το κρύσταλλο τις μέρες που το βρόχινο νερό αλλοιώνει δικαιωματικά τη φιγούρα μου, δείχνοντας, ίσως, τον πραγματικό μου εαυτό

 

Αυτή, η έστω θολή αντρική εικόνα μου, δεν σκότωσε το παιδί κι άρχισα να αφουγκράζομαι τη φωνή σου, μέσα από το στέρνο σου. Καθώς τότε, δεκαετίες πριν

 

Ωστόσο, είναι πικρό να ακούω συνεχώς τον ήχο της περπατησιάς μου, λες και κάποιος μου υπενθυμίζει ότι βαδίζω μόνος χωρίς προορισμό στις στοές με τις ατέλειωτες βιτρίνες. Πικρό, σαν τα βήματα, που προσπερνούν την πόρτα μου τις νύχτες, χάνονται μέσα στην προσμονή και σέρνουν το αμείλικτο ερώτημα αν θόλωσε κι άλλο η ματιά μου και δεν φταίει η βροχή…

 

Η συντροφιά

 

Και βέβαια, δεν χτύπησε κανείς την πόρτα. Πανάκριβες οι παρουσίες και οι επισκέψεις έχουν κόστος υψηλό. Μόνον το παρελθόν μού χτύπησε ξανά την πόρτα. Είχε ξεχάσει πως συνήθισα τις απουσίες κι οι μνήμες της απώλειας μόνιμη συντροφιά. Δεν υπάρχει ελευθερία, μου είπε, ας ομορφύνουμε τις φυλακές μας, λησμονώντας πως ήταν φυλακισμένο μέσα στις παλαιότερες των αναμνήσεων

 

Και ο καθρέφτης σίγησε, σαν μια πόρτα που την χτυπάει ο άνεμος και δεν βγαίνει ήχος κανείς, αλλά, έτσι κι αλλιώς, εγώ ήμουν απασχολημένος, διερωτώμενος πόσο βάρος μπορεί να έχει ένα και μόνο δάκρυ ή πόσες νύχτες δεν έχουν τέλος

bottom of page